Marios Genakritis
Pharmacist, MSc
Health Management, Cyprus
Εισαγωγή
Με τον όρο placebo ορίζεται το εικονικό
φάρμακο που χορηγείται συνήθως κατά τη διάρκεια κλινικών δοκιμών σε ομάδες ελέγχου,
το οποίο, αν και δεν περιέχει κάποια δραστική ουσία δημιουργεί την αίσθηση βελτίωσης
των συμπτωμάτων σε ένα ασθενή μετά από τη λήψη του. Η ετυμολογία της λέξης placebo στα Λατινικά σημαίνει " θα κάνω
καλό " ενώ ως όρος χρησιμοποιήθηκε για
πρώτη φορά γύρω στον 14ο αιώνα 1. Η ιστορία του εικονικού φαρμάκου ξεκινάει
από την Αρχαία Ελλάδα με τον μεγάλο ιατρό των ελληνιστικών χρόνων Γαληνό να
αναφέρεται ως ο πρώτος παρασκευαστής τέτοιων φαρμακοτεχνικών μορφών. Ο Γαληνός διαπίστωσε
ότι τα σκευάσματα τα οποία χορηγούσε, προκαλούσαν ίαση της νόσου περισσότερο στους
ασθενείς εκείνους που τον εμπιστεύονταν, σε σχέση με όσους δεν του έδειχναν
εμπιστοσύνη.
Στη σύγχρονη ιατρική έρευνα τα εικονικά φάρμακα αποτελούν ένα
σημαντικό μεθοδολογικό εργαλείο αφού χρησιμοποιούνται πλέον ευρέως στους ελέγχους
κλινικών δοκιμών νέων φαρμακευτικών σκευασμάτων και θεραπειών ενώ αποτελούν παράλληλα
μια σημαντική πειραματική παρέμβαση.
Ιστορική
αναδρομή στα Εικονικά φάρμακα και την κλινική έρευνα
Μέχρι το έτος 1950, η αποτελεσματικότητα των περισσότερων θεραπειών βασιζόταν
σε παθοφυσιολογικές παραμέτρους οι οποίες πήγαζαν από μη τεκμηριωμένες
παρατηρήσεις και συλλογισμούς εμπειρογνωμόνων εν τη απουσία διενέργειας
συγκριτικών επιστημονικών μελετών 2. Το μεγαλύτερο μέρος της
κλινικής γνώσης βασιζόταν επίσης σε μη συγκριτικές έρευνες, με ελάχιστες
εξαιρέσεις 3.
Το έτος 1801 αποτελεί τον πρώτο σημαντικό
χρονικά σταθμό όταν ο βρετανός ιατρός J. Haygarth κατέγραψε τα αποτελέσματα της
πρώτης μετέπειτα καλούμενης ελεγχόμενης
με εικονικό φάρμακο δοκιμής 4. Μια συχνή θεραπευτική μέθοδος για την
ανακούφιση από πολλές ασθένειες εκείνη την εποχή ήταν η εφαρμογή
μεταλλικών ράβδων (Perkins tractors) στο σώμα.
Η συμπτωματική θεραπεία γινόταν μέσω της
ηλεκτρομαγνητικής επίδρασης του μετάλλου. Ο Haygarth αποφάσισε να εφαρμόσει σε πέντε
ασθενείς ‘’θεραπεία’’ με πανομοιότυπους ξύλινες ράβδους όταν και τελικά διαπίστωσε ότι τέσσερις εκ των
οποίων είχαν ιδιαίτερα ανακουφιστικά αποτελέσματα. Ακολούθως χρησιμοποίησε στο
ίδιο δείγμα ασθενών, την επόμενη κιόλας μέρα, τις μεταλλικές ράβδους λαμβάνοντας
όμοια αποτελέσματα αφού και πάλι τέσσερις εκ των πέντε ατόμων ανέφεραν
ανακούφιση. Είναι απόλυτα σαφές ότι ο
Haygarth είχε βιώσει , με το πείραμα αυτό, πρώτος την έννοια του φαινόμενου
placebo δηλώνοντας παράλληλα και το θαυμασμό του για την ισχυρή νοητική
επίδραση σε καταστάσεις διαταραχής του σώματος5.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα και έπειτα οι ερευνητές στο χώρο του
φαρμάκου, άρχισαν δειλά δειλά να εφαρμόζουν απλές- τυφλές κλινικές δοκιμές.
Στις δοκιμές του τύπου αυτού, ζητούσαν από φαρμακοποιούς να φτιάξουν σε διαφορετική
συσκευασία, αλλά με την ίδια πάντα εμφάνιση, τόσο τα πραγματικά, όσο και τα
εικονικά φάρμακα. Στη συνέχεια, ο ιατρός χορηγούσε σε κάποιους ασθενείς το
πραγματικό φάρμακο και σε κάποιους άλλους το εικονικό χωρίς όμως οι ίδιοι οι ασθενείς
να είναι ενήμεροι για τη διεργασία αυτή και δίχως να γνωρίζουν παράλληλα αν λάμβαναν
το πραγματικό ή το εικονικό φάρμακο.
Για τους φαρμακοποιούς, η διαδικασία της παρασκευής τέτοιων σκευασμάτων ήταν εξαιρετικά
επίπονη λόγω του γεγονότος ότι το placebo θα έπρεπε να είναι ακριβώς το ίδιο
στην εμφάνιση με το πραγματικό φάρμακο.
Μόλις στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ο
Γερμανός γιατρός
Adolf Bingel πραγματοποιήσε μια μεγάλης σχετικά κλίμακας συγκριτική κλινική μελέτη
για την αξιολόγηση συγκεκριμένων επιπτώσεων της αντιτοξίνης στον ορό της
διφθερίτιδας για τη θεραπεία της εν λόγω νόσου 6. Ο Α. Bingel ήθελε
με τον τρόπο αυτό να διαπιστώσει εαν η παρουσία της αντιτοξίνης στον ορό ήταν
υπεύθυνη για το αποτέλεσμα ή εάν η θεραπεία με ορό που δεν
περιέχει την αντιτοξίνη θα έδινε συγκρίσιμα αποτελέσματα. Έτσι χορήγησε εναλλάξ
σε σύνολο 937 ασθενών ορό διφθερίτιδας
με αντιτοξίνη και φυσιολογικό ορό αλόγου (εικονικό φάρμακο) προκειμένου να συλλέξει
και να αξιολογήσει το αποτέλεσμα. Καταληκτικό συμπέρασμα του ήταν ότι η
θεραπεία με φυσιολογικό ορό αλόγου έδωσε παρόμοια κλινική έκβαση
με αυτή που εμφανίστηκε στην παρουσία ορού με αντιτοξίνη.
Ακολούθως, ο Ψυχίατρος, W.H.R Rivers δημοσιεύοντας το 1907 την εργασία του για
την «επίδραση της αιθυλικής αλκοόλης στον κάμαδο» εισήγαγε για πρώτη φορά την
έννοια της Διπλής- τυφλής- μελέτης. Τη μη γνώση δηλαδή ούτε του ιατρού, ούτε του
ασθενή για το ποιος λαμβάνει το πραγματικό και ποιος το εικονικό φάρμακο. Μόνος
γνώστης της παραμέτρου αυτής, ο φαρμακοποιός και μέσω αυτού, ένας επιπλέον ανεξάρτητος
ερευνητής. Ως εκ τούτου, από την δεκαετία του 1920 και έπειτα αρχίζει να εμπλουτίζεται
σιγά σιγά η διεθνής βιβλιογραφία με διπλές- τυφλές- μεθόδους μελέτης φαρμάκων. Η
γενικότερη άποψη αναφορικά για τα εικονικά φάρμακα μέχρι και τη δεκαετία του
1950 επικεντρωνόταν στο ότι ‘δεν βλάπτουν αλλά πιθανόν να ανακουφίζουν σε τελική ανάλυση τον ασθενή' 7.
Με τη χρήση των εικονικών φαρμάκων σε
έρευνες, οι κλινικοί γιατροί άρχισαν σταδιακά να αναγνωρίζουν την θεραπευτική
αξία της χορηγήσεως αδρανών παρασκευασμάτων σε ασθενείς των ομάδων ελέγχου δοκιμής.
Παρόλα ταύτα, ο τρόπος της διεξαγωγής των
μελετών αυτών εξακολουθούσε να ακολουθεί λάθος κατεύθυνση. Οι ερευνητές με
δεδομένο ότι δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν, το πραγματικό φάρμακο από το placebo,
έκαναν τυχαίους διαχωρισμούς αναφορικά με το ποιος ασθενής θα καταταχθεί στη
μία και ποιος στην άλλη ομάδα. Τη λύση του προβλήματος αυτού έδωσε ο Bradford
Hill με την "τυχαιοποίηση" (randomization). Με βάση τη μέθοδο αυτή οι
ασθενείς επιλέγονταν να μπουν στη μία ή στην άλλη ομάδα με τυχαίο τρόπο, αλλά με
τρόπο που και οι δύο αυτές ομάδες να παρουσιάζουν πανομοιότυπα χαρακτηριστικά
(π.χ ως προς το φύλο, την ηλικία, την εθνολογία, τη βαρύτητα της νόσου κλπ) 8.
Τέλος ο γιατρός-αναισθησιολόγος H.K. Beecher,
ο οποίος θεωρείται ο θεμελιωτής της μετά- ανάλυσης στην κλινική έρευνα των
φαρμάκων το 1955, συγκρίνοντας πάνω από 25 μελέτες εξήγαγε το συμπέρασμα ότι
περίπου το 1/3 των ασθενών αυτών είχε βελτιωθεί χάρη στο «φαινόμενο placebo» 9.
Το αποτέλεσμα αυτό λειτούργησε ως καταλύτης στην επαναξιολόγηση δεκάδων
φαρμάκων αλλά και στον προσεκτικότερο σχεδιασμό των μελετών.
ΘΕΩΡΙΕΣ
ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ PLACEBO
Τη δεκαετία του 1950, διάφοροι επιστήμονες ξεκίνησαν να ερευνούν τις
πιθανότητες ύπαρξης παραγόντων οι οποίοι καθορίζουν ή/και προσδιορίζουν τον
βαθμό ανταπόκρισης στο εικονικό φάρμακο. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εντοπιστεί
ευκολότερα αν υπήρχε, πριν από την έναρξη μιας δοκιμής, η δυνατότητα
διαχωρισμού των ανταποκριθέντων από τους
μη ανταποκριθέντες, στο εικονικό φάρμακο. Μεγάλος αριθμός πειραμάτων
πραγματοποιήθηκε με το προσανατολισμό αυτό χωρίς ωστόσο να εξαχθούν ασφαλή
αποτελέσματα και συμπεράσματα που να διευκρινίζουν περαιτέρω μια τέτοια πιθανή
συσχέτιση 10. Οι έρευνες αυτές όμως, οδήγησαν στην διατύπωση τριών βασικών
θεωριών αναφορικά με την ύπαρξη του φαινομένου placebo:11
1. Θεωρία
των ενδορφινών: Ο ανθρώπινος εγκέφαλος αντιδρά θετικά στην ιδέα λήψης ενός σκευάσματος
το οποίο όπως πιστεύει θα αποκαταστήσει την υγεία του. Η αντίδραση αυτή του
εγκεφάλου βασίζεται στην έκκριση ενδορφινών που αποτελούν το φυσικό παυσίπονο
του οργανισμού. Με βάση τη θεωρία αυτή, οι Howard Fields, Donald Price, et al.,
κατάφεραν να αναστείλουν με Ναλοξόνη (ανταγωνιστής απιοειδών) την αναλγησία που
είχε προκληθεί μετά από χορήγηση placebo. 12
2. Θεωρία
του Pavlov: Ο εγκέφαλος εκπαιδεύεται με τρόπο τέτοιο που αν η πρώτες επαφές
ενός ατόμου με κάποιο επαγγελματία υγείας (ιατρό ή φαρμακοποιό) τον οδήγησε στη
λήψη ενός φαρμάκου το οποίο βελτίωσε την υγεία του, έκτοτε, κάθε φορά που θα
έρχεται σε επαφή με τους συγκεκριμένους επιστήμονες θα λαμβάνει θεραπεία η
οποία σίγουρα θα έχει θετική επίδραση την υγεία του. Συνεπώς και όταν μια πραγματική
θεραπεία αντικατασταθεί από ένα εικονικό φάρμακο, ο εγκέφαλος επαγωγικά θα
αντιδράσει με πανομοιότυπο τρόπο.
3. Θεωρία της
προσδοκίας: Στην
περίπτωση αυτή ο ασθενής προσδοκά επίμονα ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα στη
θεραπεία, ώστε υποσυνείδητα αναζητεί εκ
των προτέρων να το αποδείξει και με στοιχεία.
Έτσι, θα μπορούσε να λεχθεί ότι ο ίδιος ο παρατηρητής επηρεάζει το
πείραμα στο οποίο συμμετέχει.
Το
μοντέλο αυτό της προσδοκίας είναι πολύ διαδεδομένο και για πολλές άλλες
περιπτώσεις της ψυχολογίας.
4.
Γενετική
θεωρία. Σύμφωνα με τη νεώτερη αυτή θεωρία ένας
αριθμός ανθρώπων αντιδρά θετικότερα σε ένα εικονικό φάρμακο, σε
σχέση με άλλους, λόγω συγκεκριμένων γονιδίων που
κουβαλά και που σχετίζονται επίσης με
την επαγωγή
ή μη της κατάθλιψης. Η επιβεβαίωση της ισχύς της θεωρίας
αυτής σε συνδυασμό με την απομόνωση τέτοιων γονιδίων
ίσως οδηγήσει στην αποκωδικοποίηση του γενετικού προφίλ που θα πρέπει να έχουν
οι συμμετέχοντες σε κλινικές δοκιμές των φαρμάκων προκειμένου να λειτουργεί
πιο ορθολογικά το φαινόμενο placebo.
ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
- ΕΜΦΑΝΙΣΗ nocebo
Παράλληλα
με την εκτενέστερη μελέτη της εφαρμογής των παραπάνω θεωριών μια νέα λέξη έκανε
την εμφάνιση της τελευταία στη βιβλιογραφία.
Πρόκειται για το Nocebo που ουσιαστικά αποτελεί το
κατοπτρικό είδωλο της λέξης placebo. Η λέξη παράγεται από το
λατινικό ρήμα Nocere που σημαίνει προξενώ ζημιά-βλάβη.
Η
ανάγκη για την εμφάνιση της λέξης αυτής βασίζεται στη διαπίστωση ότι όπως
υπάρχουν ασθενείς που θεραπεύονται με την εικονική θεραπεία, επειδή πιστεύουν
ότι θα θεραπευτούν (placebo effect), έτσι
υπάρχουν και ασθενείς στους οποίους ακόμη και η εικονική θεραπεία προξενεί ανεπιθύμητες
ενέργειες επειδή αντίστοιχα πιστεύουν ότι οποιοδήποτε φάρμακο κι αν λάβουν,
θα
τους βλάψει (Nocebo effect) 13.
Έτσι, το 1961 o WP Kennedy εισήγαγε και επίσημα τον όρο "nocebo"
προκειμένου να διαχωρίσει τις ευχάριστες ψυχικά επιπτώσεις που πιθανά επιφέρει ένα εικονικό σκεύασμα σε
σχέση με επιβλαβή αντίστοιχα αποτελέσματα14. Ο R.A Hahn, στον αντίποδα, για τον ορισμό του nocebo λαμβάνει σημαντικά υπόψη την προσδοκία του λήπτη. Με βάση τα
προαναφερθέντα, αν κάποιος αναμένει να βιώσει μια αρνητική επίδραση και τελικά
κάτι τέτοιο υλοποιηθεί τότε παρατηρείται η εμφάνιση του φαινομένου nocebo το οποίο
χαρακτηρίζεται επίσης και ως ‘παρενέργεια’ του placebo 15. Η μελέτη
των αποτελεσμάτων του φαινομένου αυτού παρεμποδίζεται επιπροσθέτως και από κάποιες ηθικές ανησυχίες αναφορικά με το
εάν οι πειραματικές μελέτες επιδράσεων του nocebo περιλαμβάνουν εξαπάτηση είτε
και πιθανές επιβλαβείς εκβάσεις στους συμμετέχοντες. Ως εκ τούτου, γίνεται
δυσκολότερη η εξαγωγή ασφαλών αποτελεσμάτων γύρω από την έρευνα για την
εμφάνιση του φαινομένου nocebo 16.
Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ PLACEBOS ΣΤΙΣ
ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ
Πριν εγγραφεί ένα φάρμακο για κυκλοφορία και χρήση υπάρχει η νομική απαίτηση της
απόδειξης της αποτελεσματικότητας του με επιστημονικά τεκμηριωμένες και
επαρκείς μελέτες.
Πολλές ομάδες έχουν ερμηνεύσει τον κανόνα αυτό ως υποχρεωτική
σύγκριση με μία μη θεραπευόμενη ομάδα με τη βοήθεια εικονικού φαρμάκου, παρόλο
ότι η ερμηνεία αυτή έρχεται σε αντίθεση με την ηθική υποχρέωση της χορήγησης
μιας ήδη καθιερωμένης θεραπείας προς όλους τους ασθενείς. Επιπρόσθετα έχει εντοπιστεί
σημαντικά αδικαιολόγητη χρήση εικονικών φαρμάκων σε κάποιες συγκεκριμένες κλινικές
έρευνες που διενεργούνται κατά καιρούς17.
Η συχνότερη παρανόηση που δημιουργείται γύρω
από την έννοια των placebos αφορά την αντίληψη που επικρατεί σχετικά με
την ισοδυναμία, σε μια μελέτη, των
ομάδων ελέγχου που λαμβάνουν ένα εικονικό φάρμακο με εκείνη που δεν λαμβάνει
καθόλου θεραπεία. Είναι γενικά αποδεκτό ότι μια διπλή-τυφλή τυχαιοποιημένη
ελεγχόμενη μελέτη (RCT) αποτελεί την καλύτερη μέθοδο έρευνας για τη μελέτη της
αποτελεσματικότητας των κλινικών παρεμβάσεων.
Ωστόσο, η χρήση των εικονικών φαρμάκων στην παρουσία άλλων διαθέσιμων
αποτελεσματικών θεραπειών εγείρει ένα σημαντικό ηθικό ερώτημα. Κάθε νέα πειραματική
φαρμακευτική θεραπεία επιβάλλεται να συγκριθεί είτε με μια καθιερωμένη θεραπεία
ή να αποδείξει την υπεροχή της έναντι στο εικονικό φάρμακο, προκειμένου να
γίνει αποδεκτή αφού τεκμηριωθεί παράλληλα και η αποτελεσματικότητα της. Οι
Rothman & Michels (1994) έχουν επικρίνει τη χρήση εικονικού φαρμάκου σε
ελεγχόμενες δοκιμές για νέα φάρμακα λόγω
της πιθανότητας εμφάνισης μη αναστρέψιμων συνεπειών, τη στιγμή που υπάρχουν
άλλες καθιερωμένες σχετικές θεραπείες οι οποίες δύναται να χρησιμοποιηθούν για
συγκριτικούς και στατιστικούς σκοπούς18.
Προς την κατεύθυνση αυτή είναι απαραίτητο να υπάρχει συναίνεση από πλευράς των
ασθενών αναφορικά με τη γνώση της λήψης κάποιου ενεργού σκευάσματος ή ενός εικονικού
φαρμάκου κατά τη διάρκεια της συμμετοχής τους σε μια δοκιμή του τύπου αυτού. Τα
ηθικά ζητήματα που εγείρονται κατά καιρούς ενισχύονται περαιτέρω από την
εμφάνιση αυτοκτονιών που συνδέονται με άτομα που πάσχουν από σοβαρές
ψυχιατρικές διαταραχές, όπως η κατάθλιψη, μετά από τη χρήση εικονικού φαρμάκου και
τη συμμετοχή τους σε δοκιμές νέων φαρμάκων.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Παρά τον μισό περίπου αιώνα που έχει παρέλθει από την ένταξή του placebo στη
σύγχρονη ιατρική, το φαινόμενο αυτό δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητό. Η
σημαντικότατη, για την εποχή της, μελέτη του
Η.Κ Beecher που διενεργήθηκε το 1955 η οποία έδειξε μια συνολική μέση
απόκριση του εικονικού φαρμάκου κοντά στο 35%, είχε επικριθεί εξ απαρχής έντονα
για τις μεθοδολογικές αδυναμίες που
παρουσίαζε (Kienle & Kiene, 1997) 19.
Τα placebos, που σήμερα αποτελούν ουσιαστικά το σύνολο
των εκδόχων ενός συγκεκριμένου φαρμάκου βρέθηκε να μην είναι και τόσο "αθώα"
όσο αρχικά φαινόταν. Εντοπίστηκε ότι κάποια έκδοχα διαθέτουν και φαρμακολογική
δράση, ενώ κάποια άλλα εμφανίζουν επίσης και σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Με τα δεδομένα αυτά θα ήταν απαραίτητο να
γίνεται: (α) ένα σχέδιο έρευνας που να μπορεί να διερευνήσει έγκυρα όλα τα στοιχεία του φαινόμενου placebo αλλά και, (β) ένας πιο ισορροπημένος σχεδιασμός των
"φαρμάκων" του τύπου αυτού 20. Στον εν λόγω σχεδιασμό θα
πρέπει να προσδιορίζονται και να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη σημαντικοί παράγοντες
που συμβάλλουν στο φαινόμενο placebo προκειμένου να αξιολογείται έτσι
εποικοδομητικά η επίδραση εξωτερικών παραγόντων στην αποτελεσματικότητα μιας
συγκεκριμένης θεραπείας. Με τον τρόπο αυτό αναμένεται να υποστηρίζεται η παροχή
μιας βέλτιστης θεραπείας για μεμονωμένους ασθενείς και να διαφαίνεται παράλληλα η έκταση στην οποία τα αποτελέσματα των
ελεγχόμενων με εικονικά φάρμακά δοκιμών μπορούν να γενικευτούν.
Ως εκ τούτου, υπάρχει μεγάλη ανάγκη έρευνας
και προσδιορισμού των σημαντικότερων μη-ειδικών παραγόντων που επηρεάζουν το
φαινόμενο αυτό. Όταν αυτοί οι παράγοντες και οι μηχανισμοί δράσης τεκμηριωθούν και αποκαλυφθούν πλήρως, θα συμβάλουν τα μέγιστα τόσο στον τομέα της ιατρικής έρευνας όσο και στο κομμάτι της κλινικής πρακτικής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1 Gensini GF, Conti
AA, Conti A (April 2005). "Past and present of what will please the lord:
an updated history of the concept of placebo". Minerva Med 96 (2): 121–4. PMID 16172581.
2. Feinstein AR.
Clinical Epidemiology. The Architecture of Clinical Research.Philadelphia: WB
Saunders, 1985
3. http:
/www.rcpe.ac.uk/cochrane
4. Haygarth J. Of the
Imagination, as a Cause and as a Cure of Disorders of the Body; Exemplfied by
Fictitious Tractors, and Epidemical Convulsions. Bath: Crutwell, 1801
5. McMahon CE. The
'placebo effect' in Renaissance medicine. J Am Soc Psychosom Dentistry Med
1975;22:3-9
6. Quincy J. Quincy’s
Lexicon-Medicum. A New Medical Dictionary. Revised by R.Hooper. London, 1811.
7. Pepper OHP. A note
on the placebo. AmJ Pharmacy 1945;117:409-12
8. Armitage P. The
role of randomization in clinical trials. Statistics in Medicine. Volume 1, Issue 4, pages 345–352, 1982
9. Beecher HK. The
powerful placebo. JAMA 1955;159:1602-6
10. Doongaji DR,
Vahia VN, Bharucha MP. On placebos, placebo
responses and placebo
responders. J Postgrad Med 1978;24:147-57
11. Edvin B. Koshi, Christine Ann. Placebo Theory and Its Implications for
Research and Clinical Practice: A Review of the Recent Literature, Pain
Practice Volume 7, Issue 1, pages 4–20, March
2007
12. Fields HL, Price DD: Toward a neurobiology of
placebo analgesia. In Harrington A (ed): Placebo: probing the self-healing
brain. Harvard University Press, Boston (in press)
14. Kennedy WP. The
nocebo reaction. Med World 1961;91:203-5
15. Hahn RA. The
nocebo phenomenon: concept, evidence, and
implications for
public health. Prev Med 1997;26:607-11
16. Hahn RA. The
nocebo phenomenon: scope and foundations. In:
Harrington A, ed. The
Placebo Effect: An Interdisciplinary Exploration. Cambridge, MA: Harvard
University Press, 1997
17. Rothman KJ, Michels KB. The continuing
unethical use of placebo controls. N Englj Med 1994;331:394-8
18. Kenneth J.
Rothman, Dr.P.H., and Karin B. Michels. The Continuing Unethical Use of Placebo
Controls. N Engl J Med 1994; 331:394-398 August 11, 1994 DOI: 10.1056/NEJM199408113310611
19. Kienle GS, Kiene H. The powerful placebo effect: fact or fiction?.
Institut für angewandte Erkenntnistheorie und medizinische Methodologie,
Freiburg, Germany. Journal of Clinical Epidemiology[1997,
50(12):1311-1318] DOI:10.1016/S0895-4356(97)00203-5
20. Kleijnen J, de Craen AJM, van Everdingen J,
Krol L. Placebo effect in double blind clinical trials: a review of
interactions with medications. Lancet 1994;344: 1347-9