Διοίκηση Υπηρεσιών και Μονάδων Υγείας
'' Η καλή Ποιότητα των Υπηρεσιών μπορεί να μη μειώνει πάντα το κόστος, όμως η κακή ποιότητα πάντα κοστίζει ακριβά''

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

Τροφή και λήψη φαρμακευτικών σκευασμάτων

Οι αλληλεπιδράσεις φαρμάκων με διάφορες τροφές παρουσιάζουν ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον λόγω με του ότι, τεκμηριωμένα διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο με εκείνες που εμφανίζονται μεταξύ φαρμακευτικών σκευασμάτων. Παράβλεψη του φαινομένου αυτού δύναται να οδηγήσει τόσο σε αποτυχία μιας θεραπευτικής αγωγής όσο και σε διατροφικές ανεπάρκειες. Ως εκ τούτου, με βάση τα προαναφερθέντα, σε κάποιες περιπτώσεις οι κατάλληλες ρυθμίσεις στη διατροφή μας όταν λαμβάνουμε συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή κρίνονται απαραίτητες.

Στην κατηγορία υψηλού κινδύνου, από τις πιθανές αλληλεπιδράσεις τροφών και φαρμάκων, περιλαμβάνονται κάποιες ιδιαίτερες ομάδες πληθυσμού όπως οι εγκυμονούσες, τα βρέφη, τα παιδιά, οι νηστεύοντες, οι παχύσαρκοι αλλά και οι ηλικιωμένοι - οι οποίοι συνήθως λαμβάνουν περισσότερα του ενός σκευάσματα σε ημερήσια βάση - καθώς και οι χρόνια πάσχοντες των οποίων τα θεραπευτικά σχήματα που ακολουθούν εμπερικλείουν μεγάλο αριθμό σκευασμάτων.


 

Επίδραση της τροφής στη δράση μιας φαρμακευτικής ουσίας

Η ταυτόχρονη λήψη τροφής – φαρμάκου πιθανό να οδηγήσει σε:
Μείωση ή αύξηση του ρυθμού απορρόφησης του φαρμάκου.

Επιβράδυνση ή επιτάχυνση της δράσης ενός σκευάσματος.

Καμιά αλληλεπίδραση.


Ιδιαίτερα σημαντική συνισταμένη αποτελεί τόσο η οδός χορήγησης όσο και ο μηχανισμός με τον οποίο απορροφάται το κάθε φάρμακο από τον ανθρώπινο οργανισμό. Εάν για παράδειγμα ένα φάρμακο απορροφάται δια μέσω του στομαχιού, τότε η παρουσία τροφής σε αυτό πιθανό να αυξομειώσει την απορρόφησή του, και επομένως τα αποτελέσματα της δράσης του φαρμάκου θα αρχίσουν να εμφανίζονται γρηγορότερα ή αργότερα αναλόγως. Όμως, όταν ένα φάρμακο απορροφάται από την εντερική οδό, τότε η ύπαρξη τροφής στο στομάχι αναμένεται να καθυστερήσει τη διάβασή του στο έντερο, και επομένως την απορρόφησή του με συνέπεια, τα αποτελέσματα της δράσης του σκευάσματος να καθυστερήσουν να εμφανιστούν.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα θετικής επίδρασης της διατροφής στη θεραπεία μπορεί να θεωρηθεί η περίπτωση μακροχρόνιας λήψης αντιβιοτικών σε συνδυασμό με ένα διαιτολόγιο που περιλαμβάνει αυξημένη κατανάλωση γιαουρτιού, η οποία συμβάλλει καταλυτικά στην αποκατάσταση της χλωρίδας του εντέρου. 

Παρόλα ταύτα, τα γαλακτοκομικά προϊόντα σε κάποιες των περιπτώσεων μπορούν να μειώσουν την απορρόφηση συγκεκριμένων δραστικών ουσιών, όπως η κυπροφλοξασίνη, η δοξυκυκλίνη, η κετοκοναζόλη και η ιτρακοναζόλη. Επιπρόσθετα, το ασβέστιο – ως βασικό συστατικό των γαλακτοκομικών προϊόντων - τείνει να ενωθεί με αντιβιοτικές δραστικές ουσίες όπως η τετρακυκλίνη και μινοκυκλίνη, οι οποίες χορηγούνται κυρίως για την αντιμετώπιση προβλημάτων όπως η ακμή και η κυστίτιδα, οδηγώντας στον σχηματισμό ενός συμπλόκου στο έντερο, το οποίο δεν μπορεί να απορροφηθεί εύκολα από τον οργανισμό μειώνοντας έτσι τη δραστικότητα τους έως και 80%. Έτσι, προκειμένου να είναι αποτελεσματική μια θεραπεία με τετρακυκλίνη, πρέπει αυτή να λαμβάνεται τουλάχιστον δύο ώρες πριν ή μετά την κατανάλωση τροφής που περιέχει ασβέστιο. Το ίδιο ισχύει και κατά τη λήψη σκευασμάτων σιδήρου, αφού έχει αποδειχτεί επιστημονικά ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα εμποδίζουν  με πανομοιότυπο τρόπο την απορρόφησή του από το ανθρώπινο σώμα.

Κάποιες άλλες χαρακτηριστικές περιπτώσεις αλληλεπίδρασης τροφίμων με φάρμακα αποτελούν:

Η κατανάλωση συγκεκριμένων λαχανικών και βοτάνων, όπως το κουνουπίδι, το μπρόκολο, το σπανάκι, το λάχανο και το πράσινο τσάι, πλούσια όλα τους σε βιταμίνη Κ, η οποία παίζει σημαντικό ρόλο ευνοώντας παράλληλα την πήξη του αίματος. Όταν τα τρόφιμα αυτά λαμβάνονται σε συνδυασμό με αντιπηκτικά φάρμακα ,όπως για παράδειγμα η βαρφαρίνη, έχουν ως  συνέπεια τη δραματική μείωση στη δράση τους.

Η παρουσία λιπαρής τροφής στο γαστρεντερικό σωλήνα αυξάνει την απορρόφηση των λιποδιαλυτών φαρμάκων ενώ κρέας το οποίο έχει ψηθεί στα κάρβουνα καλό είναι να αποφεύγεται από τους πάσχοντες από άσθμα, επειδή κατά το ψήσιμο αναπτύσσονται ορισμένες χημικές ουσίες οι οποίες ελαττώνουν τη δράση της θεοφυλλίνης η οποία περιέχεται στα πλείστα αντιασθματικά σκευάσματα. Τα καπνιστά επίσης τρόφιμα περιέχουν ουσίες που διεγείρουν τη λειτουργία συγκεκριμένων  ενζύμων (οξειδάσες) του εντέρου και του ήπατος, τα οποία εμπλέκονται άμεσα στο μεταβολισμό των φαρμάκων.

Παρόλο που, τα πλούσια σε φυτικές ίνες τρόφιμα (δημητριακά ολικής αλέσεως, φρούτα, λαχανικά, όσπρια) είναι σημαντικό να αποτελούν τμήμα της καθημερινής μας διατροφής, δύναται να επιβραδύνουν την απορρόφηση πολλών φαρμάκων – μεταξύ αυτών της διγοξίνης (χορηγείται για την αρρυθμία), της μετφορμίνης (για τη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα) και των στατινών (μειώνουν τη χοληστερόλη) -. 

Η κατανάλωση χυμού εσπεριδοειδών μπορεί να αλληλεπιδράσει με αρκετές κατηγορίες φαρμάκων όπως: (α) αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης οδηγώντας σε αύξηση των επιπέδων των φαρμάκων στον οργανισμό, (β) ανταγωνιστές ασβεστίου, (γ) ορισμένα φάρμακα που χορηγούνται για τη μείωση της χοληστερόλης, (δ) σκευάσματα οιστρογόνων όπως είναι τα αντισυλληπτικά, (ε) αγχολυτικά φάρμακα όπως οι βενζοδιαζεπίνες, αλλά και με κάποια αντιισταμινικά φάρμακα και σκευάσματα που δρουν κυρίως στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα. Το φαινόμενο αυτό φαίνεται να οφείλεται σε ορισμένα - κατά τα λοιπά ευεργετικά - φλαβονοειδή που περιέχονται στα εσπεριδοειδή τα οποία μπλοκάρουν τη δράση μιας οικογένειας ενζύμων που αφθονεί στο ήπαρ και εμπλέκεται στον μεταβολισμό περίπου του 60% των φαρμακευτικών σκευασμάτων.

Με την καφεΐνη επίσης, καθώς και με άλλα συστατικά του καφέ φαίνεται να αλληλεπιδρούν αρκετά είδη φάρμακων (μεταξύ αυτών αντικαταθλιπτικά, οιστρογόνα, φάρμακα για τον θυρεοειδή και σκευάσματα για την οστεοπόρωση). Πρόσφατη μελέτη έδειξε πως όσοι καταναλώνουν καφέ λίγο πριν ή λίγο μετά τη λήψη λεβοθυροξίνης (θεραπεία για τον υποθυρεοειδισμό), παρουσιάζουν μείωση έως 55% στην απορρόφησή της. Κάποιες άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι ο καφές μπορεί να μειώσει έως και 60% την απορρόφηση του φαρμάκου αλενδρονάτη που χορηγείται για την οστεοπόρωση. Υπάρχει επίσης, στο εμπόριο, μια πλειάδα συνταγογραφούμενων σκευασμάτων που δύναται να αυξήσουν τη δράση της καφεΐνης μέσω της δέσμευσης ενός ενζύμου (CYP1A2) το οποίο μετέχει ενεργά στον μεταβολισμό της.

Τέλος, το αλκοόλ αλληλεπιδρά με μεγάλο αριθμό φαρμάκων μέσω ποικίλων μηχανισμών, γι’ αυτό και σαν γενικός κανόνας απαγορεύεται η κατανάλωση αλκοόλ εάν λαμβάνεται οποιοδήποτε φάρμακο. Η απαγόρευση αυτή είναι ιδιαιτέρως αυστηρή όσον αφορά τα φάρμακα που δρουν στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα - όπως τα αντικαταθλιπτικά και τα αγχολυτικά – λόγω του γεγονότος πως ένας τέτοιος  συνδυασμός μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια συνειδήσεως ή ακόμα και να αποδειχθεί μοιραίος για την ανθρώπινη ζωή. 


Εν κατακλείδι, θα μπορούσε να λεχθεί ότι υπάρχουν διάφοροι τύποι αλληλεπιδράσεων τροφής - φαρμάκων οι οποίοι ποικίλουν τόσο σε ένταση, εύρος αλλά και σε σημασία. Είναι απαραίτητο οι ασθενείς να συμβουλεύονται το γιατρό τους αναφορικά με τη διατροφή που πρέπει να λαμβάνουν κατά τη διάρκεια ακολουθίας κάποιας συγκεκριμένης θεραπευτικής αγωγής, και φυσικά να αναφέρουν παράλληλα τυχόν παρατηρήσεις που εντοπίζουν σχετικά με την αποτελεσματικότητα των σκευασμάτων που τους έχουν χορηγηθεί. 

 

Μάριος Γενακρίτης

B.Sc Pharmacy , M.Sc Health Management
European Medicines Agency (EMA) Inspector